ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ

Θανάσης Καββαδάς: «H επιτάχυνση της εκδίκασης υποθέσεων είναι προϋπόθεση για την ουσιαστική απονομή δικαιοσύνης»

Θανάσης Καββαδάς: «H επιτάχυνση της εκδίκασης υποθέσεων είναι προϋπόθεση για την ουσιαστική απονομή δικαιοσύνης»

 

Ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής πραγματοποίησε ο Βουλευτής Ν. Λευκάδας, Θανάσης Καββαδάς, στο πλαίσιο της συζήτησης νομοσχεδίου του Υπουργείου Δικαιοσύνης που φέρνει αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση και την ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης, καθώς και μέτρα πρόληψης και καταπολέμησης  της ενδοοικογενειακής βίας.

Εισαγωγικά ο Βουλευτής ανέφερε ότι στις δημοκρατίες, η πολιτεία οφείλει να διασφαλίζει όχι μόνο τα μεγάλα αγαθά της ισότητας και της ελευθερίας για όλους τους πολίτες, αλλά και της δικαιοσύνης: χωρίς αυτήν δεν μπορούμε να μιλάμε για δημοκρατία αφού η δικαιοσύνη κάνει τους πολίτες να αισθάνονται ασφαλείς και εγγυάται την αρμονική κοινωνική συμβίωση.

Τόνισε ότι η δικαιοσύνη πρέπει να είναι αναλογική και να αποδίδεται ουσιαστικά και στην πράξη, διότι μόνο έτσι λειτουργεί αποτρεπτικά και αναμορφωτικά, ενώ εμπεδώνεται και η ασφάλεια, σχολιάζοντας ότι στη χώρα μας υπάρχουν προβλήματα στην απόδοση δικαιοσύνης, με πρώτο και κύριο τις μεγάλες καθυστερήσεις. Τα προβλήματα οξύνθηκαν και από προηγούμενες νομοθετικές παρεμβάσεις, που φαίνεται ότι οδήγησαν σε αύξηση της εγκληματικότητας και επομένως σε αύξηση του αισθήματος ανασφάλειας στους πολίτες.

Κατέληξε λέγοντας ότι ήταν απαραίτητη μια ρεαλιστική, τολμηρή, ορθολογική θεσμική μεταρρύθμιση στο κανονιστικό πλαίσιο που διέπει το κράτος δικαίου, μια μεταρρύθμιση που έρχεται με το νέο νομοσχέδιο για να επιλύσει πραγματικά προβλήματα και να αντιμετωπίσει παθογένειες.

Ως προς το περιεχόμενο του νομοσχεδίου, ανέφερε ότι στοχεύει σε δύο ουσιαστικά ζητούμενα, με πρώτο την αντιμετώπιση της αίσθησης ατιμωρησίας που υπάρχει και την ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών και της κοινωνίας, αφού οι ποινές πρέπει να είναι αναλογικές, αποτρεπτικές, αλλά πρέπει και να εκτίονται.

Μεταξύ των ρυθμίσεων ανέφερε:

  1. Τη χορήγηση αναστολής σε πλημμελήματα για ποινές φυλάκισης έως ένα έτος, όταν οι αμετάκλητες προηγούμενες καταδίκες δεν υπερβαίνουν το ένα έτος. Μέχρι σήμερα η αναστολή εκτέλεσης ποινής για τα πλημμελήματα ήταν κανόνας.
  2. Για ποινές φυλάκισης έως 2 χρόνια, την δυνατότητα έκτισης της ποινής, με εναλλακτικούς τρόπους, δηλαδή με κοινωφελή εργασία ή με μετατροπή σε χρηματικό πρόστιμο ή ακόμα και με την έκτιση της ποινής κατ’ οίκον με ηλεκτρονική επιτήρηση, με το γνωστό βραχιολάκι.

Επιπλέον, ο θεσμός της κοινωνικής εργασίας ως εναλλακτικός τρόπος έκτισης ποινής φυλάκισης αναμορφώνεται, αφού μπορεί να ίσχυε, αλλά δεν λειτουργούσε στην πράξη. Ήδη έχει γίνει σχετική προεργασία, αφού υπάρχουν διαθέσιμες χίλιες πεντακόσιες θέσεις στις οποίες μπορούν να απασχοληθούν καταδικασθέντες για ήσσονος σημασίας ποινικά αδικήματα, ενώ μέσα από το μητρώο που θα δημιουργηθεί, οι θέσεις αυτές θα υπερδιπλασιαστούν.

  1. Για ποινές φυλάκισης από 2 έως 3 έτη, τη δυνατότητα έκτισης σε σωφρονιστικό κατάστημα του συνόλου ή μέρους της ποινής από τριάντα μέρες έως έξι μήνες.
  2. Για ποινές φυλάκισης άνω των 3 ετών, τη δυνατότητα έκτισης σε σωφρονιστικό κατάστημα του συνόλου ή μέρους της ποινής από το 1/5 έως τα 2/5 αυτής.
  3. Την αύξηση του ανώτατου ορίου κάθειρξης για κακουργήματα από τα 15 στα 20 χρόνια, για συρροή κακουργημάτων από τα 20 στα 25 χρόνια και για συρροή πλημμελημάτων αύξηση από τα 8 στα 10 χρόνια.

Το δεύτερο ζητούμενο, τόνισε ο Βουλευτής, είναι η επιτάχυνση και η ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης κι ως εκ τούτου και της απονομής της δικαιοσύνης. Οι αλλαγές που επέρχονται επικεντρώνονται στα εξής:

  1. Περιορισμός των αναβολών της ποινικής δίκης που χορηγεί το δικαστήριο σε μια αναβολή ανά υπόθεση, ανεξαρτήτως αιτίας.
  2. Άμεση εκδίκαση χωρίς την τήρηση της χρονοβόρας διαδικασίας των συμβουλίων για σοβαρά αδικήματα που συνιστούν κακούργημα.
  3. Δυνατότητα διεξαγωγής συγκεκριμένων διαδικασιών της ποινικής δίκης με τη χρήση σύγχρονων μέσων που παρέχει η τεχνολογία, όπως η τηλεδιάσκεψη.
  4. Πρόβλεψη υψηλών χρηματικών προστίμων για τους δικομανείς, που θα απαλλάξει τα δικαστήρια από άσκοπο φόρτο.

Στη συνέχεια, ο Βουλευτής αναφέρθηκε στις σημαντικές αλλαγές που φέρνει το νομοσχέδιο στην πρόληψη και την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας. Τόνισε ότι στο εξής επιβάλλεται και προβλέπεται η υποχρέωση των εκπαιδευτικών, των εργαζομένων σε δομές και ιδρύματα, αλλά και πολιτών να καταγγέλλουν περιστατικά βίας και κακοποίησης. Παράλληλα, ανέφερε, διαμορφώνεται ένα ειδικό υποστηρικτικό περιβάλλον για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας, με την ενίσχυση των δημοσίων και ιδιωτικών δομών, οι οποίες θα τους παρέχουν οικονομική και ψυχολογική στήριξη.

Αναφέρθηκε ακόμη στην ενίσχυση του θεσμικού και νομικού οπλοστασίου για την προστασία των ανηλίκων, αφού το ανώτατο όριο ποινής που προβλέπεται για εγκλήματα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά θα εφαρμόζεται και για εγκλήματα που στρέφονται εις βάρος ανηλίκων ή προσώπων που αδυνατούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, ενώ πλέον όλα τα ανήλικα θύματα ενδοοικογενειακής βίας εντάσσονται στις διατάξεις του άρθρου 227 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που δημιουργούν ένα προστατευτικό πλαίσιο για το ανήλικο θύμα και το προφυλάσσουν από την υπερέκθεση.

Τέλος, ξεχωριστή αναφορά έκανε στην αυστηροποίηση των ποινών για τη διάπραξη εγκλημάτων με σοβαρές κοινωνικές προεκτάσεις, μεταξύ των οποίων:

  1. Η πρόβλεψη για τη δήμευση της περιουσίας των εμπρηστών, η αύξηση της ποινής και η απαγόρευση κάθε μορφής αναστολής ή μετατροπής της ποινής για όσους έχουν καταδικαστεί για το αδίκημα του εμπρησμού δάσους.
  2. Η πρόβλεψη ποινικών κυρώσεων για προπαρασκευαστικές πράξεις εμπρησμού, όπως η κατοχή εμπρηστικών μέσων με σκοπό την προετοιμασία εμπρησμού δάσους.
  3. Η πρόβλεψη ότι η παραβίαση του ερυθρού σηματοδότη γίνεται κακούργημα όταν προκαλείται θάνατος ή βαριά σωματική βλάβη.

Κλείνοντας την ομιλία του ο Βουλευτής ανέφερε:

«Η κοινωνική ειρήνη στηρίζεται επάνω στο αίσθημα της δικαιοσύνης και της ασφάλειας. Πρώτο μέλημα είναι βέβαια η πρόληψη και η αποτροπή. Όμως αυτό δεν είναι πάντα εφικτό. Αδικία και έγκλημα θα υπάρχουν πάντα, γι’ αυτό όταν ο νόμος και το δίκαιο παραβιάζονται, πρέπει οι πολίτες να ξέρουν ότι όποιος αδικεί τιμωρείται κι αυτό εξασφαλίζεται με αυτό το νομοσχέδιο, το οποίο φέρνει στο επίκεντρο τα δικαιώματα των θυμάτων χωρίς να υποχωρεί ούτε στο ελάχιστο από τον σεβασμό στα δικαιώματα των κατηγορουμένων.

Διότι μια δημοκρατία οφείλει και μπορεί να κάνει και τα δύο. Αυτό σημαίνει προστασία των έννομων αγαθών εξίσου για όλους. Οι πολίτες το απαιτούν από εμάς. Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη το υποσχέθηκε και σήμερα κάνει πράξη μια ακόμα δέσμευσή θεμελιώδη για την κοινωνία και τη δημοκρατία μας».