ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Νίκη Αραμπατζή* : “Πράσινη ανάπτυξη και τοπική αυτοδιοίκηση”

Παραθέτουμε την ομιλία της προέδρου του Αθήνα 984 και δημοτικής συμβούλου στο δήμο Αθηναίων με την παράταξη του δημάρχου Κώστα Μπακογιάννη, Νίκης Αραμπατζή στο συνέδριο στο πλαίσιο του Ecofest που πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο του Αθήνα 984. Η Νίκη Αραμπατζή είναι επίσης δικηγόρος και Λευκαδίτισσα η οποία με μεγάλη προθυμία συνεργάζεται για ότι της ζητηθεί για την Λευκάδα:

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει, μετά και τα πρόσφατα γεγονότα με τις φωτιές στον Αμαζόνιο και την Αυστραλία, πως το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής είναι υπαρκτό. Η στροφή λοιπόν της πολιτείας στην πράσινη οικονομία είναι αναγκαία. Με τον όρο αυτό εννοούμε όλες τις δραστηριότητες που παράγουν αγαθά και υπηρεσίες ελαχιστοποιώντας την περιβαλλοντική ζημιά και ρύπανση. Τον δρόμο που θα οδηγήσει στην πράσινη οικονομία, τον αποτελούν οι ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας). Αυτές είναι η αιολική ενέργεια, η υδραυλική ενέργεια, η βιομάζα, το βιοαέριο και η ηλιακή ενέργεια. Συνιστούν εναλλακτικούς τρόπους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίοι διαθέτουν τρία βασικά πλεονεκτήματα: 1) την ανεξαρτησία τους από πόρους που εξαντλούνται, όπως ο λιγνίτης, 2) δεν ρυπαίνουν το περιβάλλον διότι δεν απαιτείται καύση τους και άρα δεν δημιουργούν απόβλητα και 3) δεν απαιτούν εξόρυξη από το φυσικό περιβάλλον, γεγονός που θα σήμαινε την καταστροφή του. Άλλωστε η βιώσιμη ανάπτυξη την οποία επιθυμούμε να πετύχουμε ως κοινωνία, συνεπάγεται ευφυέστερη χρήση των πόρων για την αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των ανθρώπων.
Κομμάτι της πολιτείας όμως είναι και η τοπική αυτοδιοίκηση, την οποία εκπροσωπούμε, γιαυτό και εμείς με τη σειρά μας, θα πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στην πράσινη οικονομία. Παρουσιάζεται λοιπόν μία τεράστια ευκαιρία μέσω της ενσωμάτωσης των αρχών του μοντέλου της κυκλικής οικονομίας στις αρμοδιότητες μας, να καταφέρουμε να αναβαθμίσουμε το βιοτικό επίπεδο των πολιτών μας οδεύοντας παράλληλα στην πράσινη ενέργεια. Οι αρχές του μοντέλου περιλαμβάνουν για παράδειγμα τη διαχείριση στερεών και υγρών αποβλήτων και την αξιοποίηση τους ως δευτερογενή προϊόντα, την εξοικονόμηση ενέργειας κ.ά. Κάθε εν δυνάμει απόρριμμα πρέπει να το αντιμετωπίζουμε ως ευκαιρία να δημιουργήσουμε αξία και όχι ως το τέλος ζωής του προϊόντος. Αυτή είναι η σημασία της κυκλικής οικονομίας, του νέου παραγωγικού μοντέλου που προωθεί και η ίδια η Ευρώπη. Θα μπορούσαμε να πούμε πως μιλάμε για τη μετεξέλιξη της ανακύκλωσης, με μία σημαντική διαφορά: Στην ανακύκλωση, ένα χρησιμοποιημένο προϊόν αποσυντίθεται σε πρώτες ύλες που ανακτώνται προς επαναχρησιμοποίηση στην παραγωγή νέων προϊόντων, ενώ στην κυκλική οικονομία, το προϊόν σχεδιάζεται εξαρχής, έτσι ώστε να μπορεί να γίνεται ανακατασκευή και επαναμεταποίηση, για να επαναχρησιμοποιηθεί ως καινούργιο. Αφομοιώνοντας λοιπόν η τοπική αυτοδιοίκηση αυτό το μοντέλο ΜΟΝΟ οφέλη μπορεί να έχει. Για παράδειγμα δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας, προωθείται η καινοτομία, μειώνονται οι περιβαλλοντικές και κλιματικές επιπτώσεις και βελτιώνεται η ανταγωνιστικότητα.

 

Η Ελλάδα παρουσιάζει πολλές δυνατότητες εφαρμογής αυτού του μοντέλου, εξαιτίας των διαθέσιμων φυσικών πόρων και των αναξιοποίητων αποβλήτων που κατέχει, των διαθέσιμων χρηματοδοτικών εργαλείων μέσω της Ε.Ε. και του επιστημονικού δυναμικού το οποίο έχει την απαραίτητη τεχνογνωσία για την υλοποίηση του. Ένας τρόπος εφαρμογής του μοντέλου στην καθημερινότητα για παράδειγμα θα ήταν η ύπαρξη χωριστών κάδων απορριμάτων και ανακύκλωσης στα σχολεία, ώστε να διαπαιδαγωγήσουμε και τα παιδιά μας στη σημασία της προστασίας του περιβάλλοντος.
Εμείς από τη μεριά μας ως δημοτική αρχή έχουμε ήδη ξεκινήσει να δουλεύουμε προς αυτή την κατεύθυνση. Στοχεύουμε στην δημιουργία πρασίνου σε ολόκληρη την πόλη της Αθήνας, ώστε να μην χρειάζεται κάθε δημότης να περπατήσει πάνω από 10 λεπτά για να βρει χώρο πρασίνου στη γειτονιά του. Ένας ακόμα στόχος είναι η δημιουργία των λεγόμενων πάρκων τσέπης αξιοποιώντας εγκαταλελειμμένα οικόπεδα στην περιοχή της Αθήνας. Ιδανικά θα θέλαμε να καταφέρουμε να πετύχουμε την φύτευση 75.000 δέντρων, για την αύξηση του πρασίνου, επιλέγοντας κυρίως Αττική χλωρίδα, η οποία απαιτεί μικρότερο κόστος συντήρησης. Το κέντρο του προγράμματος για το πράσινο της Αθήνας θα είναι τα δέντρα της. Άλλωστε όπως ανέφερα και νωρίτερα είμαστε ήδη στην εποχή της κλιματικής αλλαγής και τα δέντρα είναι πολύτιμα στοιχεία της πόλης μειώνοντας τη θερμοκρασία και καθαρίζοντας την ατμόσφαιρα. Η απάντηση σε ερωτήματα όπως το που θα γίνουν οι φυτεύσεις, τι είδους δέντρα θα προτιμήσουμε και με ποιον τρόπο θα τα φροντίσουμε, θα έρθει μέσα από τη σωστή απογραφή των δέντρων της Αθήνας. Ασφαλώς δεν θα δημιουργήσουμε μόνο καινούργιους χώρους, αλλά θα αναζωογωνήσουμε τους υφιστάμενους χώρους πρασίνου και θα θέσουμε αυστηρές προδιαγραφές για την ορθολογική συντήρηση τους. Η χρηματοδότηση φυσικά όλων αυτών των στόχων θα γίνει αξιοποιώντας χρηματοδοτήσεις από το πράσινο ταμείο ενώ συγχρόνως θα δημιουργήσουμε το Δημοτικό Πράσινο Ταμείο από τέλη που θα προέρχονται από ενέργειες που ρυπαίνουν το περιβάλλον. Οι εμβληματικοί χώροι πρασίνου όπως ο Εθνικός Κήπος, ο Λυκαβηττός, το Πεδίο του Άρεως και ο Λόφος του Στρέφη είναι στο επίκεντρο των ενεργειών μας για την δημιουργία μιας Πόλης Πράσινης. Μεγάλο στοίχημα όμως είναι και η συντήρηση αυτών των χώρων πρασίνου, για αυτό το λόγο συντάσσουμε στρατηγικές για την αειφόρο διαχείριση τους, διευρύνοντας τη δυνατότητα να συσταθούν φορείς διαχείρισης, σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα. Η πρόκληση είναι μεγάλη χρησιμοποιώντας όμως την τεχνογνωσία και τις καλές πρακτικές που έχουν αναπτύξει για το πράσινο άλλες ευρωπαϊκές πόλεις είμαστε αισιόδοξοι πως θα καταφέρουμε τους στόχους μας. Σε αυτό το τεράστιο εγχείρημα, για εμάς ως δημοτική αρχή, σημαντική θα ήταν και η βοήθεια των κατοίκων της πόλης, για αυτό το λόγο θα πραγματοποιήσουμε έρευνες ικανοποίησης για να εξασφαλίσουμε ότι κατανοούμε πλήρως τις περιβαλλοντικές και ψυχαγωγικές ανάγκες τους.
Καταλήγοντας θα ήθελα να πω πως σίγουρα η εμπλοκή στις διεργασίες της κυκλικής οικονομίας δεν είναι εύκολη υπόθεση, αλλά αποτελεί ανάγκη της κοινωνίας για μια αλλαγή προς το καλύτερο και αυτό δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς. Με συνεχή ενημέρωση των πολιτών, θα πρέπει κάθε δήμος να προετοιμάζεται για να υλοποιήσει όλες αυτές τις πολιτικές που θα βελτιώσουν την οικονομική και κοινωνική κατάσταση του, καθώς και την ποιότητα ζωής του δημότη”