ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Μνήμες από τη δεκαετία του ‘60

του Θανάση Αγγελή 

 

Στην Ελλάδα των μνημονίων όλοι μιλούν για την οικονομική κρίση και πως μπορούμε να απεμπλακούμε από αυτήν.

 

Ειδήμονες και μη βάζουν χρονικό ορίζοντα ανάλογα με το ποιο πανεπιστήμιο αποφοίτησαν και ποιοι καθηγητές τους δίδαξαν οικονομικά.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι η οικονομική κρίση σε κάποια στιγμή θα αλλάξει είτε προς το χειρότερο (το κοντέρ μηδέν) ή προς το καλύτερο (;) αλλά εσαεί χρεωμένο τον πολίτη και το κράτος.

Πολλοί μιλούν για δεκαετία ’60 (οι νεότεροι μόνο από αφηγήσεις γνωρίζουν) στην οικονομία. Είναι μακρά νυχτωμένοι αν το πιστεύουν ή λόγω ηλικίας πάσχουν από άνοια . Εκτός και αν η δίψα της εξουσίας είναι ο αυτοσκοπός. Για ρωτήστε αυτούς που έζησαν το ΄60 που είχαν τον καμπινέ (απόπατο);  Λινάτσες και καλάμια για περίφραξη του λάκκου των βοθρολυμάτων. Χαρτί υγείας; μαζεύαμε εφημερίδες (πολυτελείας) ή φύλα δένδρων. Νερό τρεχούμενο στο σπίτι μόνο οι πλούσιοι. Με το μπότι και τη στάμνα στο πηγάδι. Μπάνιο στο μαστέλο, όπως σε κάτι έργα του φαρ ουέστ , μια φορά την εβδομάδα. Σαμπουάν, σαπούνι πράσινο, άντε και κανένα μοσχοσάπουνο «Παπουτσάνη» για τις νύφες. Νερό ζεστό από την γωνιά με το καζάνι ή κατσαρόλα στη γκαζιέρα.

Πόσες νοικοκυρές μπαλώνουν ρούχα ή πλέκουν μάλλινες μπλούζες και πατούνια σήμερα; Πόσοι είχαν αυτοκίνητο ή μηχανή για μετακινήσεις; Το πολύ κανένα ποδήλατο Μπίσμαρκ – Ράλεϊ και αυτά για μεταφορά υλικών.

Ηλεκτρικό ρεύμα – ΔΕΗ +λάμπες πετρελαίου ή λυχνάρι κι από νωρίς νάνι γιατί το μεροκάματο ήταν από ανατολή σε δύση.

Ψυγείο είχε η μεσαία τάξη και πάνω, με παγοκολόνα, οι λοιποί φανό με σίτα.

Πλυντήριο; Σκάφη και τρίφτρα στον κήπο. Κρέας Κυριακή (;) , Δευτέρα, Τετάρτη Παρασκευή όσπρια, Τρίτη σαρδέλα οι παραθαλάσσιοι με χόρτα που κατά κανόνα ήταν σχεδόν δείπνο με αυγό βραστό. Πατάτες στο τηγάνι με φωτιά στην γωνιά από ξύλα. Πέμπτη χορτόπιτα, Σάββατο ότι είχε μείνει από την προηγούμενη. Γλυκό στις γιορτές και στα πανηγύρια μαλλί της γριάς.

Τα μικρά τα ναρκώνανε βράζοντας γαρύφαλλο με συκομαϊδα και τους έδιναν να πιούν. Δεν κλαίγανε , δεν πεινάγανε και οι γονείς στη δουλειά. Οι μαμάδες θήλαζαν τα μωρά που έφερναν στον κόσμο με φυσιολογική γέννα και σπανιότατα με καισαρική.

Τα babylinoτα λέγανε πάνες που βέβαια δεν ήταν μιας χρήσης.

Καφέ στα καφενεία, αυτοί που είχαν βγάλει δικά τους λεφτά και έναν την ημέρα.

Παπούτσια Χριστούγεννα και Λαμπρή και αν δεν άντεχαν, ξυπόλυτοι.

ΟΤΕ ήταν ο ταχυδρόμος, κλήση κινητού η τρομπέτα του.

Οι μαθητές – εκπαιδευτικοί το πρωί, πήγαιναν στα σχολεία με τα πόδια σε παγωμένες αίθουσες αλλά μας έδιναν γάλα από σκόνη σε αλουμινένια κύπελλα κάθε πρωί. Τότε πολλοί περιμέναμε την ΟΥΝΤΡΑ (σωστό ΟΥΝΡΑ – UNRA) για να ντυθούμε , αλλά πάντα οι επιτήδειοι έπαιρναν τα καλύτερα.

Στα χωριά δεν υπήρχαν βίλες, αλλά απλά σπιτάκια (πλην αρχόντων) με στάβλο και κοτέτσι στην αυλή. Η νοικοκυρά κάθε πρωί πριν φέξει άρμεγε τ ην κατσίκα ή το πρόβατο και στις κότες έκανε δακτυλοσκόπηση να δει ποιες από αυτές έχουν αυγό να μην τις αφήσει λεύτερες και ξενογεννήσουν.

Όποιος είχε ραδιόφωνο άκουγε αυτός και η γειτονιά αστυνομικές ιστορίες του Νίκου Φώσκολου. Θέατρο ναι, αλλά σκιών, με καραγκιόζη , Χατζιαβάτη και Μπάρμπα Γιώργο.

Στα γλέντια οι έχοντες , κρασί Δεμέστιχα και Σάντα Έλενα , οι υπόλοιποι χύμα. ΦΙΞ στις πόλεις και με μέτρο.

Καλοκαίρι και διακοπές γιορτών τα παιδιά που πήγαιναν σχολείο δούλευαν κανονικά στα χωράφια ενώ αυτά που δεν ακολουθούσαν στα γράμματα από δέκα ετών πήγαιναν δίπλα σε μάστορα να μάθουν τέχνη, ώστε στα 18 να γίνουν κάλφας.

Τα κορίτσια από μικρή ηλικία μάθαιναν οικιακά και στα 14 δεν υπήρχαν λολίτες. Όποιος από επαρχία είχε πάει μέχρι Αθήνα θεωρούνταν πολυταξιδεμένος , τα δε μπάνια του λαού της πρωτεύουσας Φάληρο, Άλιμος άντε μέχρι Μαραθωνα.

Εύπορος ήταν αυτός που είχε εξασφαλισμένες 1.200 δραχμές το μήνα και την λίρα 180 δρχ. Η φρατζόλα το κιλό μία δραχμή αλλά δεν ξέραμε το mojitoμόνο τη μολόχα. Μπανάνες νομίζαμε πως έτρωγε μόνο η τσίτα του ταρζάν.

Η υγεία ήταν σε επίπεδα κεντροαφρικανικής χώρας χωρίς νοσοκομεία με τη σημερινή τους μορφή. Προς το παρόν στη δεκαετία του ’70 έχουν επιστρέψει οι αμοιβές των νοσοκομειακών γιατρών.

Το ’60 η οικονομία βασανίζονταν στον πρωτογενή τομέα με καταναλωτικά προϊόντα 90% ελληνικά.

Πολλοί έχουν ακούσει να λέγεται ότι παλιότερα ήταν καλύτερα… Ναι γιατί μπορεί να μην είχαν ρευστό αλλά δεν χρωστάγαμε.

Για να πάρεις 1.000 δρχ δάνειο έπρεπε να υπογράψει εγγυητής ο Μποδοσάκης.

Είμαστε φτωχοί με αξιοπρέπεια.

Μπορεί να αρπάζαμε καμία μέσπολα , λίγα κορόμηλα αλλά έγκλημα – ληστεία για 100 δρχ δεν έγινε.

Επειδή λοιπόν πολλοί σήμερα φωνάζουν για πείνα καλό είναι να σκεφτούν ότι άλλο πράγμα η ανέχεια και άλλο ο υποσιτισμός.

Ας σεβαστούμε τουλάχιστον εκείνους που πραγματικά τους λείπουν τα βασικά είδη διατροφής , που όντως είναι αρκετοί.

Είπαμε να κλαίνε οι χήρες αλλά όχι και οι παντρεμένες…

Τέλος εύχομαι να μην γυρίσουμε στο ’60 γιατί θα χαθούν πολλοί απαίδευτοι.

Η οικονομική κρίση εξελίσσεται σε κρίση ηθικών αξιών και αυτό είναι το χειρότερο που μένει.

 

Υ.Γ. Θα συγχαρώ και πάλι όλους αυτούς που αναπληρώνουν την κοινωνική πολιτική του κράτους με την εθελοντική τους προσφορά προς κάθε αναξιοπαθούντα συνάνθρωπό μας.

Ο-ΝΗΡΙΚΟΣ