ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ

ΦΛΑΣ : Η ιστορία μιας φωτογραφίας

του Νικόλαου Σοφιανού

Ανατολική Παραλία Λευκάδας 13-11-2014

Είναι ένα γκρίζο φθινοπωρινό απόγευμα όπου τα ιστιοφόρα του καλοκαιριού έχουν κουρνιάσει στην φιλόξενη αγκαλιά της μαρίναςκαι οι λιγοστοί τουρίστες σουλατσάρουν αδιάφορα στον πεζόδρομο της Ανατολικής παραλίας.

Ένα πωλητήριο από ένα πανέμορφο σκαρί τράβηξε το ενδιαφέρον μου και γοήτεψε τον φακό της φωτογραφικής μου.Μετά από μερικά κλικ της μηχανής άρχισα να το περιεργάζομαι και να αναζητώ το όνομά του, αλλά μάταια…

Πολλές μέρες αργότερα αντίκρισα στην κουπαστή του καραβιού έναν σεβάσμιο γέροντα να το αγκαλιάζει με το βλέμμα του και να το χαϊδεύει με την σιωπή του.Ρώτησα πώς να το βάπτισαν άραγε καιμου ‘δειξε την πρύμνη όπου με μαχαίρι κοφτερό ήταν σκαλισμένο τ’ όνομά του. Ο γέροντας άρχισε να μου εξομολογείταιότι εδώ κι ένα χρόνο το πουλάει αλλά κανείς δεν ενδιαφέρετε πραγματικά.Στα ογδοντα-οκτώ του λυπάται πάρα πολύ να το σύρει στο καρνάγιο για να γίνει σωρός από ξύλα, είναι όλη του η ζωή. Μ’ αυτό μεγάλωσε, άντρωσε, θέριεψε η φαμίλια του.

Μου εκμυστηρεύτηκε ότιείναι καμωμένο στην Πάτρα το 1936 από περίφημους τεχνίτες,τα πρώτα χρόνια της ζωής του έκανε καθημερινά το δρομολόγιοΛευκάδα-Πρέβεζα-Λευκάδα μεταφέροντας ανθρώπους και ζώα με εισιτήριο 33 δραχμές. Μερικές φορές το μήνα συνέχιζε το ταξίδι του για Βόνιτσα, Αμφιλοχία λόγω έλλειψης χερσαίων δρόμων.

Αργότερα οι Ιταλοί το υπέταξαν και το χρησιμοποίησαν για τις κρουαζιέρες τους όπως και οι Γερμανοίκατόπιν. Μετά την λήξη του πολέμου, το καράβι βρέθηκε στην Κρήτη, όπου ένας Γερμανός Συνταγματάρχης το είχε μεταφέρει για να σεργιανίζει στις όμορφες θάλασσες.Δόθηκε «μάχη» με τους Κρητικούς για να αποδειχθεί ότι το σκαρί ανήκει σε Λευκαδίτες κι έχει ταξιδέψει τόσα μίλια μακριά.Όταν με το καλό επέστρεψε στην Λευκάδα, χρησιμοποιήθηκε για ημερήσιες κρουαζιέρες σε Μεγανήσι, Ιθάκη, Σκορπιό, αλλά και να μεταφέρει τουρίστες στην Κεφαλονιά από το Άκτιο.

Τα χρόνια πέρασαν, ο καπετάνιος γέρασε, οι αόρατες υφάντρες άρχισαν να ρίχνουν τις σαΐτες τους πλέκοντας αναμνήσεις και επιθυμίες, βελονιά τη βελονιά, νήμα το νήμα, χρώμα το χρώμα. Οι πόρτες που οδηγούν στις μηχανές έχουν να λαδωθούν πολύ καιρό, τρίζουν στο ανήλικο πείσμα των καιρών, στεγνώνουν τα όνειρα σε σχοινιά ποτισμένα από την αρμύρα…

 

ΚΕΙΜΕΝΟ –ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΣΟΦΙΑΝΟΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ