ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΑ

Καλοκαίρι στην Λευκάδα με την Νίκη Λυμπεράκη….

Της
Βιβιάννας Βαρδή

Νίκη,  θες να κάνουμε ένα ταξίδι στη Λευκάδα; Άστραψε το βλέμμα της… Ήταν σαν να περίμενε μόνο αυτό… Ανάμεσα από χαρτιά ειδήσεων, ετοιμασία για το δελτίο στο Skai, ατελείωτες ώρες δουλειάς η Νίκη Λυμπεράκη* νοιώθει ότι παίρνει ανάσα όταν κλείνει τα μάτια και ονειρεύεται τη Λευκάδα… Το Κατωχώρι το χωριό της μαμάς της και το Σύβρο το χωριό του μπαμπά… Και ήταν κάτι σαν λύτρωση με 43ο Κελσίου στην Αθήνα να την προτρέπεις να ξεκινήσει τις ετοιμασίες… Η ημερομηνία αναχώρησης από την πολύβουη πόλη ορίστηκε και μαζί με τις ετοιμασίες έγινε πιο ανάλαφρη και η ψυχή…

– Νίκη, μετράς τις μέρες για το ταξίδι;

Για να τα λέμε όπως είναι τα πράγματα, δεν μετράω μέρες… Μήνες μετράω γι΄ αυτό το ταξίδι που δυστυχώς πια, χρόνο με τον χρόνο, όλο και πιο σπάνια καταφέρνω να το κάνω»….

Και όμως είναι αλήθεια… Οι μέρες πλησιάζουν και σταματούν στην προηγούμενη του ταξιδιού. Σ’ εκείνη τη μέρα που μοιάζει ατελείωτη, που η νύχτα της δεν ξημερώνει… και έχεις την ευκαιρία να κάνεις καλοκαιρινές σκέψεις, να περάσουν από μπροστά σου εικόνες από τα παιδικά σου καλοκαίρια, να νοιώσεις αυτό το συναίσθημα της προσμονής που δένει κόμπο το στομάχι σου, την ώρα που προσπαθείς να δεις αν ξέχασες κάτι πολύτιμο γι αυτό το ταξίδι:
Πως νοιώθω ; Ό,τι νιώθει ο καθένας μας για τη γη που αισθάνεται σπίτι του, πατρίδα. Το νησί μας, το χωριό μας είναι κατά κάποιον τρόπο καταφύγιο… Ό,τι κι αν κουβαλάς μαζί σου από το άγχος της δουλειάς, της πόλης, της κρίσης, μετά απ’ τις πρώτες μέρες της προσαρμογής, εξαφανίζεται.

Και φτάνει η ώρα του ταξιδιού λοιπόν…

Η αλήθεια είναι πως ελάχιστα πράγματα παίρνω μαζί συνήθως. Στη Λευκάδα έχουμε σπίτι, οπότε το μόνο που χρειάζεται είναι λίγα ρούχα, πολλά μαγιό κι ακόμη περισσότερα βιβλία! Πέρυσι με μάγεψε το “Confiteor” του Ζάουμε Καμπρέ, από τις εκδόσεις Πόλις κι ενώ έσπευσα να αγοράσω και το προηγούμενο του ίδιου συγγραφέα, δεν έχω ακόμη καταφέρω να το διαβάσω. Οπότε, οπωσδήποτε μεταξύ πολλών ακόμη το “Οι φωνές του ποταμού Παμάνο” των εκδόσεων Πάπυρος.

Κι ύστερα αρχίζει το ταξίδι.

Για να είμαι ειλικρινής, το ταξίδι για τη Λευκάδα περισσότερο ως αγγαρεία το βλέπω. Θες η κατάσταση στους δρόμους, που ευτυχώς βελτιώθηκε, θες που όσο πλησιάζεις στο νησί, τόσο πιο ανυπόμονος γίνεσαι!

Κάποια στιγμή όμως ο προορισμός είναι πολύ κοντά… Φτάνεις… Βλέπεις τη γέφυρα…

Θα σου πω πάντως πως για μένα η Λευκάδα αρχίζει πολύ πριν από τη γέφυρα. Αρχίζει από εκείνη τη στροφή όπου παραμένει -τουλάχιστον όσα χρόνια θυμάμαι- μια τεράστια σκουριασμένη ταμπέλα που γράφει “DAILY CRUISES-VASSILIKI” ή κάτι τέτοιο. Ε, όταν το βλέπω, ξέρω πως έφτασα. Κι έπειτα η άλλη μεγάλη ταμπέλα στη Βόνιτσα… Εκεί που στρίβεις δεξιά και ξέρεις πως μόλις άρχισαν οι διακοπές! Το πέρασμα από τη γέφυρα είναι κάπως σαν τελετουργία. Και καύσωνα να ΄χει, κατεβαίνουν τα παράθυρα του αυτοκινήτου, χαμηλώνει κι η ταχύτητα κι είναι σαν να τρέχουν μπροστά απ’ τα μάτια μου όλα τα καλοκαίρια και τα Πάσχα των παιδικών μου χρόνων. Τότε που το τιμόνι το κρατούσε ο μπαμπάς και περνώντας τη γέφυρα ξέραμε πως στο Κατωχώρι έχει ήδη μπει το φαγητό στο φούρνο κι έχει στρωθεί το τραπέζι της γιαγιάς και του παππού και μας περιμένει.

Μητέρα από το Κατωχώρι, πατέρας από το Σύβρο… και σπίτι στο Βλυχό… Που θα πρωτοπάς….

Η μάνα μου απ’ το Κατωχώρι, ο πατέρας μου απ’ το Σύβρο. Ακριβώς… Με ρωτάς σε ποιο απ’ τα δυο χωριά θα πήγαινα πρώτα. Μπορεί να ακουστεί υπερβολικό ή ίσως και μελό, αλλά στο Κατωχώρι δεν μπορώ πια εύκολα να πάω απ’ όταν έφυγε ο παππούς κι η γιαγιά. Μου είναι πολύ δύσκολο γιατί η απουσία τους, όσα χρόνια κι αν έχουν περάσει, παραμένει τραυματική. Από τον Σύβρο περνάω κάθε φορά με τον πατέρα μου. Η οικογένεια του αδελφού του ζει εκεί, αν κι αγαπημένη μας βόλτα είναι ο κάμπος, στα χωράφια του μπαμπά και στο ελαιοτριβείο του θείου Νίκου. Τώρα που το σκέφτομαι, την επόμενη φορά θα προσπαθήσω να πάω και στις πηγές που πήγαινα μικρή στον Σύβρο. Το μέρος δεν θυμάμαι πως λέγεται, είναι όμως γεμάτο πλατάνια- ή τουλάχιστον έτσι το θυμάμαι… Δροσερό πολύ!

Να που ο προορισμός δεν είναι πια άπιαστο όνειρο… Είσαι εδώ στην Λευκάδα και ήδη ζεις το πρώτο σου 24ωρο …Και είναι αλήθεια… Δεν είναι απλά εικόνες στο μυαλό…

Αυτό το πρώτο 24ωρο είναι μοναδικό. Ξύπνημα, ποδηλατάδα ως τον φούρνο του Σαμαρά στο Βλυχό για τυροκούλουρα κι ύστερα μπάνιο στο Δεσίμι, κάτω απ’ τις μάζες. Εκεί όπου παλιότερα κάθονταν οι γονείς μου με θείους, θείες και συγχωριανούς κι εμείς- άπειρα πιτσιρίκια- δεν αφήναμε την παραλία σε ηρεμία… Έπειτα φαγητό στο μπαλκόνι του σπιτιού με θέα τον κόλπο του Βλυχού και μετά την απαραίτητη σιέστα, καφέ στο Νυδρί, στο καφενείο Presto του αγαπημένου φίλου και κουμπάρου Βασίλη Κακονά. Ο καφές βέβαια κι οι ιστορίες που πάντα έχει να αφηγηθεί για τα νέα του νησιού όλους αυτούς τους μήνες της απουσίας, συνήθως μας πάει μέχρι το κλείσιμο του μαγαζιού, εκεί κατά τα μεσάνυχτα… Κάπως έτσι κυλάει πάντα η πρώτη μέρα…
Και ξεκινούν οι αγαπημένες συνήθειες….

Αγαπημένη συνήθεια!

Η ποδηλατάδα ως την Αγία Κυριακή και το μπάνιο στο Κάθισμα μέχρι να δύσει ο ήλιος.

Στην πλατεία του χωριού … Εκεί που είχες τις πρώτες εικόνες από τα παιδικά σου καλοκαίρια… θα πιεις καφέ;

Τώρα πια μένουμε στο Βλυχό, οπότε όχι, δεν κάθομαι στην πλατεία για καφέ. Αυτό θα συμβεί μόνο αν ανηφορίσω στο Κατωχώρι. Εκεί συνήθιζα παλιά να κάθομαι με τις ώρες, στο καφενείο που είχε ο μπάρμπα Στάθης, ένας πολύ γλυκός και τρυφερός άνθρωπος, κι η γυναίκα του η θειά Βαγγέλω. Εκείνοι με κερνούσαν μεντάκια και πορτοκαλάδες κι εγώ άκουγα τους μεγάλους να λένε ιστορίες και να μαλώνουν για την πολιτική. Πόσο συγκινήθηκα όταν και πριν από δυο καλοκαίρια, η θειά θυμήθηκε το κέρασμα και μου έφερε πορτοκαλάδα…

Αγαπημένη διαδρομή…

O γύρος του νησιού. Από τη χώρα στον Αγιο Νικήτα, από εκεί στο Κάθισμα, φαγητό στο Καλαμίτσι, και ποτό στη Βασιλική. Όλη μέρα έξω.

Πόσες φωτογραφίες;

Τι να πρωτοφωτογραφίσω; Μιλάω τόσο για τη Λευκάδα και με τέτοιο καμάρι που φίλοι και συνάδελφοι συχνά με πειράζουν. Μάλλον έχω γίνει λίγο γραφική, αλλά για μένα είναι το πιο ωραίο νησί του κόσμου… (τέτοια λέω και γελάει όλο το γραφείο…)

Όλα τα ωραία όμως έχουν ένα τέλος… Φτάνει η τελευταία ημέρα πριν την επιστροφή στην άχρωμη καθημερινότητα μιας πολύπαθης πρωτεύουσας….

Κι οι μέρες περνούν και ξυπνάω και ξέρω πως ήρθε η ώρα να φύγω. Συνήθως είμαι μέσα στα νεύρα απ’ την προηγούμενη. Μου φταίνε όλα… Πάει και το νησί, πάνε κι οι διακοπές… Του χρόνου πάλι. Παρά τα νεύρα πάντως, φροντίζω πάντα φεύγοντας να πάρω σαλάμι, οπωσδήποτε λαδόπιτα- κι ας παχαίνει κολασμένα- κι αυτές τις μπάρες και τη μερέντα που βγάζει τα τελευταία χρόνια ο Σταύρακας. Τις βρίσκω και στην Αθήνα, αλλά προτιμώ να σταματάω φεύγοντας και να γεμίζω μια τσάντα, απ την πηγή που λένε! Γενικώς το ταξίδι της επιστροφής μου είναι μάλλον δυσάρεστο.
Η νοσταλγία αρχίζει από τη γέφυρα…που θέλεις να κοιτάξεις πίσω για μια τελευταία ματιά… Σαν να προσπαθείς να χωρέσεις στην αγκαλιά σου ένα ολόκληρο καλοκαίρι…
Έτσι είναι βλέπεις με τις μεγάλες αγάπες. Η αντάμωση χαρίζει ευτυχία κι ο χωρισμός είναι πάντα δύσκολος. Το νησί βέβαια στέκει πάντα εκεί για μας. Έτοιμο να μας υποδεχτεί και να μας ξεκουράσει κάθε φορά που το έχουμε ανάγκη. Αυτό λοιπόν το βρίσκω σπουδαίο προνόμιο για όλους εμάς τους “Λευκαδίτες των Αθηνών”!

* Η Νίκη Λυμπεράκη είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν άσκησε ποτέ τη δικηγορία, καθώς από φοιτήτρια ήδη εργαζόταν ως δημοσιογράφος. Από το 2002, οπότε και άρχισε η ενασχόλησή της με τη δημοσιογραφία, έως σήμερα, έχει εργασθεί σε σειρά ραδιοτηλεοπτικών μέσων, με έμφαση στο εξωτερικό δελτίο αλλά και στην παρουσίαση εκπομπών και δελτίων ειδήσεων. Στον ΣΚΑΪ εργάζεται από τον Δεκέμβριο του 2014, ενώ από τις αρχές του 2017 ανέλαβε την παρουσίαση του Κεντρικού Ραδιοφωνικού Μαγκαζίνο. Μιλάει αγγλικά, ιταλικά, ισπανικά και γερμανικά.