ΔΙΕΘΝΗ

Συνελήφθη Ελβετός εκατομμυριούχος για τεράστια απάτη με έργα τέχνης

Ο δισεκατομμυριούχος Ρώσος ιδιοκτήτης της ποδοσφαιρικής ομάδας Μονακό πιστεύεται ότι είναι ένας από τους πολλούς πλούσιους που έπεσαν θύμα υποτιθέμενης απάτης από Ελβετό επιχειρηματία, ο οποίος συνελήφθη στο Μονακό ως ύποπτος χειραγώγησης των τιμών κατά την πώληση των έργων τέχνης, σύμφωνα με τον Βρετανικό Τύπο.
Ο Yves Bouvier τέθηκε υπό κράτηση στο μεσογειακό πριγκιπάτο, την Τετάρτη, μαζί με ακόμη δυο Ελβετούς υπηκόους για διερευνώμενη υπόθεση απάτης, δήλωσε ο γενικός εισαγγελέας του Μονακό, Jean-Pierre Dreno, στην εφημερίδα Telegraph.
Είναι ύποπτος για την πώληση δεκάδων έργων τέχνης των Πικάσο, Μοντιλιάνι, Γκωγκέν, Ντεγκά και Λεονάρντο ντα Βίντσι στην οικογένεια Ριμπόλοβλεφ σε υπερτιμημένες τιμές ή με πλαστά έγγραφα, είπε ο Dreno.

Ο κ. Bouvier διαχειρίζεται το Luxembourg Freeport, έναν τεράστιο χώρο αποθήκευσης έργων τέχνης και άλλων θησαυρών αξίας δισεκατομμυρίων λιρών. Ο κ. Dreno δεν έδωσε διευκρινίσεις όσον αφορά την έρευνα, ωστόσο πηγή που γνωρίζει το θέμα είπε ότι πρόκειται για μεγάλης διάρκειας έρευνα και ότι αριθμός πλουσίων στη Βρετανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ασία έπεσαν θύματα της φερόμενης απάτης. Η πηγή είπε ότι η οικογένεια Ριμπόλοβλεφ ενδέχεται να έχει εξαπατηθεί για δεκάδες εκατομμύρια ευρώ.

Η δικηγόρος της οικογένειας, Tetiana Bersheda, εξέδωσε δήλωση λέγοντας ότι «ξεκίνησε έρευνα από τις δικαστικές αρχές του Μονακό κατά του κ. Yves Bouvier, ενός από τους πιο διάσημους ανθρώπους στον κόσμο της τέχνης, ο οποίος είναι, μεταξύ άλλων, ο ιδιοκτήτης των freeports της Σιγκαπούρης, της Γενεύης και του Λουξεμβούργου.
Έπειτα από συνεργασία πέραν των δέκα ετών με τον κ. Bouvier, η οικογένεια Ριμπόλοβλεφ έλαβε κάποιες πληροφορίες για πιθανή απάτη και χειραγώγηση των τιμών στην αγορά έργων τέχνης από τον ίδιο και τους συνεργούς του. Η έκταση του θέματος και όλα τα θύματα της απάτης δεν έχουν ακόμη προσδιοριστεί σε αυτό το σημείο» δήλωσε.

Ο 48χρονος, ένας εκ των πλουσιότερων αντρών της Ρωσίας, κατέχει περιουσία που περιλαμβάνει συλλογή έργων τέχνης των Πικάσο, Βαν Γκογκ, Γκωγκέν και Μονέ.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο ο κ. Bouvier, ο οποίος διευθύνει την εταιρεία μεταφοράς έργων τέχνης Natural Le Coultre με βάση τη Γενεύη, άνοιξε το Luxembourg Freeport δίπλα από το αεροδρόμιο του Μεγάλου Δουκάτου, μια θωρακισμένη αποθήκη αξίας €60 εκατομμυρίων (£44 εκ.) η οποία αυτή τη στιγμή στεγάζει έργα τέχνης, εκλεκτά κρασιά, διαμάντια και πολύτιμα μέταλλα.

Βαθύπλουτοι ξένοι επιλέγουν όλο και περισσότερο να φυλάγουν τα έργα και τους θησαυρούς τους σε γιγαντιαίες αποθήκες υψηλής ασφάλειας, γνωστές ως freeports, ώστε να αποφεύγουν να πληρώνουν φόρους επί της αξίας τους.
Οι αποθήκες γενικά βρίσκονται κοντά σε αεροδρόμια και αποβάθρες σε οικονομικές περιοχές, στις οποίες στεγάζονται πλούσιοι ομογενείς, όπως η Γενεύη, η Ζυρίχη, το Μονακό και η Σιγκαπούρη. Ο επιχειρηματίας έχει παρόμοια δραστηριότητα και στη Σιγκαπούρη.

Η σύλληψη του κ. Bouvier ήταν μέρος μιας «διεθνούς έρευνας που κάλυψε διάφορες δικαιοδοσίες και πολλές ηπείρους», όπως ανέφερε πηγή με γνώση της υπόθεσης, στην Ελβετική εφημερίδα Le Temps.
«Ο Yves Bouvier έλεγε σε πελάτες: Βλέπω όλα αυτά που περνούν μέσω των freeports. Έχω πρόσβαση στις καλύτερες προσφορές στην αγορά τέχνης», ανέφερε άλλη πηγή στην εφημερίδα. «Το πρόβλημα είναι ότι τους έλεγε ψέματα για την τιμή των έργων τέχνης».

Δεν υπήρξε άμεση ανταπόκριση από το προσωπικό του κ. Bouvier. Εκπρόσωπος του Natural Le Coultre αρνήθηκε να απαντήσει στους ισχυρισμούς.

Οι πλούσιοι ολοένα και περισσότερο αποθηκεύουν τα περιουσιακά τους στοιχεία σε freeports, όπως αυτό στο Λουξεμβούργο, οι επικριτές των οποίων λένε ότι είναι μια νέα μορφή φορολογικού παράδεισου. Στους πελάτες των freeports περιλαμβάνονται επίσης επενδυτικά ταμεία, μουσεία και γκαλερί.
Τα freeports αναπτύσσονται καθώς χώρες όπως το Λουξεμβούργο και η Ελβετία έχουν θέσει τέρμα στο τραπεζικό απόρρητο, σε μια προσπάθεια να απαλλαγούν από τη φήμη τους ως φορολογικοί παράδεισοι.
Τα freeports ήταν παλαιότερα γνωστά ως τελωνειακές περιοχές που είχαν αρχικά χρησιμοποιηθεί για την αποθήκευση πρώτων υλών και βιομηχανικών προϊόντων.