ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

ΠΟΤΕ ΛΙΜΠΡΕΤΟ

Δεκαετία ’60: – Λες να φυσήξει απόψε, Στέλιο μου, γιατί σκάσαμε τόσες μέρες μ’ αυτή τη ζέστη. – Σιγά Μαριγώ μου μην έσκασες. Τι να πούνε οι άνθρωποι στην Αθήνα που ζούνε μέσα σε διαμερίσματα και δεν ξέρουν τι θα πει μαΐστρος. Εδώ είμαστε ευλογία Θεού σε σχέση με πολλούς άλλους. Σπίτι διαμπερές από Βορρά σε Νότο σ’ έχω και μόλις κουνηθεί φύλλο δροσίζεσαι άμα όμως αφήσεις τα παράθυρα αβέρτα ή τουλάχιστον λιμπρέτα*. – Δε λέω, Στέλιο μου, πως είναι κι άσχημα εδώ στη Λευκάδα. Το μόνο κακό είναι, πως άμα τα’ αφήνω λιμπρέτο μας σακατεύουν τα κουνούπια το βράδυ κι έχουμε μόνο μια κουνουπιέρα για το παιδί. – Ε, καλά τώρα, μην κάνεις έτσι για δυο κουνούπια. Απ’ ότι έμαθα, το υγειονομικό προσέλαβε εργάτες κι όπου να ’ναι θα ραντίσουν. Μ’ τόπε ο Μαστραπάς απ’ το Φρύνι ότι από βδομάδα πιάνουνε δουλειά. Εξάλλου, απ’ ότι μου ’πε και η Τασούλα του Κυριάκου, βάλανε καπάκι καινούργιο στη Βλύχα και δεν πιάνει κουνούπια. – Να σου πω την αλήθεια, Στέλιο, σκιάζομαι το βράδυ να αφήνω τα παράθυρα ανοιχτά, μην τυχόν και δραπετεύσουν κρατούμενοι από τις φυλακές. – Καλά, μωρή, ζουρλή είσαι, που ξανακούστηκε αυτό που μ’ λες, να δραπετεύσουν κρατούμενοι και να κρυφτούν σε σπίτι στη Χώρα; – Με τ’ άλλο, όμως, τι θα κάνουμε; – Ποιο άλλο; – Να, όταν θέλουμε ν’ αγκαλιαστούμε… καταλαβαίνεις τι εννοώ, με ανοιχτά παράθυρα; – Σοβαρέψου Μαριγώ, σοβαρέψου κι άσε τα μέλια. Δεκαετία 2010: – Στέλιο μου να προσέχεις όταν πας στην τράπεζα να σηκώσεις λεφτά από την ψωροσύνταξη που παίρνεις. Πριν λίγες μέρες, ένα γνωστό της Ελπινίκης τον πήρανε στο κατόπι μόλις βγήκε από την τράπεζα και δε φτάνει ου του τα πήρανε, αλλά τον κοπάνησαν κιόλας και είναι στο νοσοκομείο. – Τόσο μυαλό είχε και πήγε και σήκωσε 500 ευρώ μονοκοπανιάς. – Τα έμαθα τα νέα πριν από σένα, μου τα είπε ο Μπατόλιος. Εσύ, φρόντισε να κλειδώνεις το σπίτι καλά και να μην αφήνεις τα παράθυρα λιμπρέτο, όπως παλιά. Στην εξώπορτα να βάνεις και το καδνάτσο με το μάνταλο, άμα είσαι μέσα. Αλλάξανε οι καιροί, δεν υπάρχει πλέον ασφάλεια. Γέμισε ο τόπος αλλοδαπούς πεινασμένους, αλλά και οι δικοί μας δεν πάνε καλύτερα. Κάποτε, ο κόσμος ψιλόκλεβε για να φάει, μετά έκλεβαν για να γίνουν πλούσιοι και τώρα γυρίσαμε στα παλιά, λόγω πείνας. Κλέβουν και ληστεύουν για να φάνε, αλλά μπορεί και να σκοτώσουν για 10 ευρώ, πράγμα που δε συνέβαινε τότε. Γεμίσαμε οι φυλακές κι επειδή δε χωράνε άλλους κατάδικους, αφήνουν λεύτερους τους παλιούς για να βάλουν μέσα τους νεότερους. Ξέρεις ότι μπήκανε στο σπίτι του Μηνά άγρια χαράματα και τον κλέψανε και παρότι τους πήρε χαμπάρι, δεν έτσαξε, γιατί φοβήθηκε για τη ζωή του και για την οικογένειά του; – Μα, λένε ότι άμα σου παραβιάσουν το οικογενειακό άσυλο, έχεις το δικαίωμα να αμυνθείς. – Μαριγώ, άσε τη δικονομία και ασφάλιζε το σπίτι, γιατί ακόμη και αν σκοτώσεις το διαρρήκτη ή το ληστή, πάλι θα πας μέσα… ή αν τον τραυματίσεις αυτός θα βγει σε δυο μήνες κι εσύ σε δυο χρόνια. – Καλά, νοικοκύρη μου, μη νευριάζεις. Αλλά κι εσύ πρέπει να πάρεις καινούριο αιρκοντίσιο, γιατί το παλιό δε βγάζει κρύο αέρα. Διαφορετικά, θα σκάσουμε σαν τα ποντίκια από τη ζέση μες στο κατακαλόκαιρο. – Καλά, καλά, γέρασες και παραξένεψες μου φαίνεται Μαριγώ. Τη ΔΕΗ δεν τη σκέφτεσαι… Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου «Προστασίας» του Πολίτη, αλλά πιο πολύ του παράνομου, τα κάτωθι: Οι ληστείες αυξήθηκαν σε σχέση με το 2009 κατά 28% και οι κλοπές – διαρρήξεις 34% στη Στερεά Ελλάδα, ενώ στην Πελοπόννησο 200% οι ληστείες και κλοπές – διαρρήξεις 85%! Στη Λευκάδα, σε σχέση με τη δεκαετία του ’60: 104%.   * Λιμπρέτο εννοούσαν οι παλιοί Λευκαδίτες να μένει το παράθυρο μισάνοιχτο για δροσιά.